Δευτέρα 14 Μαρτίου 2011

Δε ξέρω τι...

Το κοριτσάκι έπαιζε στο πατάρι του σπιτιού. Έψαχνε θησαυρούς και έστηνε ιστορίες. Δε πήγαινε πολύ συχνά στο σπίτι της γιαγιάς της στο χωριό, και δε της πολυάρεσε κιόλας. Δεν είχε άλλα παιδιά εκεί. Και τώρα οι μεγάλοι τσακώνονταν, οπότε είχε μείνει μόνη. Ξεγλίστρησε και αυτή λοιπόν στο δικό της κόσμο, στο πατάρι του σπιτιού και στα παραμύθια που έπλαθε.
Καθώς ψαχούλευε τα πράγματα της γιαγιάς της το βρήκε। Είχε ακούσει τόσα για αυτό. Σχεδόν σε κάθε παραμύθι που είχε ακούσει τόσα χρόνια τώρα ήταν μέσα. Και τώρα φάνταζε ξαφνικά μπροστά της. Το λυχνάρι. Ένα παλιό λυχνάρι που θα χε μείνει ένας θεός ξέρει πόσα χρόνια εκεί πάνω καταχωνιασμένο, από πριν ακόμα φέρουν ρεύμα στο χωριό. Η μικρή δε μπορούσε να φανταστεί πως θα μπορούσε να ζήσει κανείς χωρίς ρεύμα. Και δεν είχε ξαναδεί ποτέ της λυχνάρι από κοντά. Μόνο ζωγραφιστά. Τη μάγεψε, και το πήρε μαζί της. Το έκρυψε στα πράγματα της και όταν έφυγαν από το χωριό το πήρε μαζί της.

...

Τα χρόνια πέρασαν. Το κοριτσάκι μεγάλωσε. Πήγε σχολείο, σπούδασε. Είχε γίνει ολόκληρη γυναίκα. Το λυχνάρι ήταν το μυστικό της. Ντρεπόταν να πει στους δικούς της ότι το είχε κλέψει. Αλλά δε μπορούσε να το επιστρέψει κιόλας. Η γιαγιά της είχε πεθάνει και δεν πήγαιναν πια καθόλου στο χωριό.
Ένα απόγευμα, να, σαν κι αυτό, καθόταν σπίτι και περίμενε. Δεν ήξερε τι, αλλά κάτι περίμενε. Δεν ήταν κανείς στο σπίτι και αποφάσισε να ξεθάψει από τη ντουλάπα το μυστικό της. Γέλασε μόλις το είδε. Δε μπορούσε να πιστέψει πόσο χαζή ήταν τότε. Άρχισε να τρίβει το λυχνάρι, για να το γυαλίσει, και γέλαγε με τις ανοησίες που πίστευε μικρή. Και γέλαγε δυνατά, πολύ δυνατά. Και όπως γέλαγε και είχε κλείσει τα μάτια της, της ξέφυγε ένα δάκρυ. Αμέσως, σταμάτησε, δεν ήταν αυτή συμπεριφορά για την ηλικία της. Μα μόλις έστρεψε το βλέμμα της, αντίκρισε αυτό που πάντα φοβόταν. Ένα τζίνι. Ήταν σίγουρη ότι απλά είχε πιει πολύ. «Τι; Έχω τρεις ευχές τώρα;» είπε και γέλασε. «Αν είχες τρεις ευχές τι θα ευχόσουν;» της απάντησε το τζίνι. «Να ήμουν πλούσια, ποθητή και πανέμορφη», και γέλασε ακόμα πιο δυνατά. Είχε όντως πιει, ή ίσως την είχαν πειράξει αυτά τα χάπια που είχε πάρει για το πονοκέφαλο. «Κρίμα, γιατί έχεις μόνο μία ευχή, σκέψου προσεκτικά τι θα ζητήσεις», της απάντησε το τζίνι. Αμέσως σοβάρεψε. Άρχισε να περπατάει πάνω κάτω και προσπαθούσε να καταλάβει τι συμβαίνει. «Θέλω απλά να είμαι ευτυχισμένη» ψιθύρισε χωρίς να είναι σίγουρη σε ποιον μιλάει. «Πες μου πως, και θα το κάνω» . Και τότε άρχισε να σκέφτεται. Τα πάντα, την οικογένεια της, τις σχέσεις της, τους φίλους της, τις κοινωνικές επαφές… Τα ακριβά σχολεία και πανεπιστήμια, τα ακριβά ρούχα, τα αυτοκίνητα. Τι χρειαζόταν για να είναι ευτυχισμένη; Οικογένεια και παιδιά με έναν ιδανικό σύζυγο, καριέρα και εξουσία, ή μήπως… «Δε ξέρω τι θέλω, θέλω μόνο να είμαι ευτυχισμένη» είπε. «Αν δε ξέρεις τι θες, πως θα νοιώσεις ευτυχισμένη;» της απάντησε το τζίνι και άρχισε να φεύγει, να χάνεται. «Στάσου, που πας, δε μπορείς να φύγεις! Και η ευχή μου; Ποιος νομίζεις πως είσαι; Εγώ σε έβγαλα από κει μέσα! Γύρνα πίσω! Κάνε με ευτυχισμένη!». Και τότε το τζίνι γύρισε, και τη κοίταξε. Άρχισε να κλαίει, τη πλησίασε και τη φίλησε. Και το κοριτσάκι πέθανε.

5 σχόλια:

  1. maria sxoliazw mono epeidh eisai esu!!!!alla agrieuomai apo to periexomeno tetoiwn keimenwn!!!!ti na kanw?!?!?!?

    PS(gia to prohgoumeno pou eixes anevasei-asxeto):egw petaloudes sto stomaxi mou exw otan piw dunato kafe kai den exw faei kala nwritera!!!!!! :P:P:P:P

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Φίλη μου, αν και το τέλος δεν το πολύ-κατάλαβα, ως ιδέα είναι πολύ καλή η ιστορία σου. Αν δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς μας κάνει ευτυχισμένους, τότε δεν θα μπορέσουμε ποτέ να γίνουμε ευτυχισμένοι! αν και, αν με ρωτήσεις, η ευτυχία δεν είναι ποτέ κάτι χειροπιαστό, είναι απλά στιγμές, σαν φωτογραφίες, κρατάνε ένα δευτερόλεπτο και μετά χάνονται, αλλά μένουν πάντα στη μνήμη σου. Καλημέρα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. egw katalava oti isws me to thanato mono na itan eftyxismeno to koritsaki....kai oti me to fili pragmatopoihse to tzini thn efxh tou koritsiou...den 3erw...alla sumfwnw oti h eftyxia den einai kati xeiropiasto kai oti einai stigmes,einai logia,einai pra3eis,einai ena xamogelo....de mporeis na oriseis thn eftyxia...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. μήπως όμως το κοριτσάκι μέσα της είχε ήδη πεθάνει? η "ολόκληρη γυναίκα" ήταν αγενής και ματαιόδοξη και δεν είχε σκεφτεί ποτέ τι θέλει γιατί απλά τα ήθελε όλα, έπινε και έκανε κατάχρηση σε παυσίπονα... το "πες μου πως και θα το κανω" δε ξέρουμε ποιος το λέει: η κοπέλα που είναι διατεθειμένη να προσπαθήσει προς μια κατεύθυνση ή το τζίνι, που θέλει να βάλει τη κοπέλα να σκεφτεί τι θα την έκανε ευτυχισμένη και να ζωντανέψει το κοριτσάκι μέσα της?

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. ο Σωκράτης ήταν πρεζάκι

    ΑπάντησηΔιαγραφή